- επίτιτλος
- οτίτλος που τίθεται πολλές φορές πάνω από τον κύριο τίτλο άρθρου, μελέτης ή άλλου δημοσιεύματος σε εφημερίδα ή περιοδικό.[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + τίτλος (πρβλ. υπότιτλος). Η λ. μαρτυρείται από το 1870 στον Ιωάννη Α. Ρωμανό ως απόδοση στην Ελληνική τού γαλλ. titulaire].
Dictionary of Greek. 2013.